Fractal

Η άλλη όψη του βαθύτερου εαυτού μας

Γράφει η Νάντια Τράτα //

 

“Επτά άδεια σπίτια” της Samanta Schweblin, Μετάφραση: Έφη Γιαννοπούλου, Εκδόσεις Πατάκη

 

Με ένα έργο συμπυκνωμένης αναίδειας και παραδοξότητας, στις σελίδες του οποίου επικρατεί ένα βαρομετρικό χαμηλό, η άλλη όψη του βαθύτερου εαυτού μας, μία ανορθόδοξη καταγραφή καθημερινών συνηθειών και μία ακανθώδης πλοκή ασκούν μία ιδιαίτερη γοητεία στον αναγνώστη δημιουργώντας ένα πλαίσιο ατμοσφαιρικό, απρόσμενο και για το λόγο αυτό ιδιαίτερα ελκυστικό καθώς οι ήρωες των διηγημάτων της Samanta Schweblin κινούνται σε παράξενους συνδυασμούς και συστοιχίες με τα σπίτια εντός των οποίων κατοικούν.

Τα σπίτια αποτελούν διαχρονικά ένα από τα πλέον ουσιώδη σημεία δραματουργικής αναφοράς καθώς διάδρομοι που αντηχούν βήματα, δωμάτια που ψιθυρίζουν μυστικά, πόρτες που κλείνουν απότομα και παράθυρα που βλέπουν προς κάθε κατεύθυνση σκηνογραφούν τα ανθρώπινα πάθη καθώς αποτελούν την πηγή κάθε ατομικής ή συλλογικής  περιπέτειας. Κάποτε στέκονται περήφανα, άλλοτε κείτονται ρημαγμένα σαν πληγωμένα ζώα, κερδίζοντας πρωταγωνιστική θέση σε λογοτεχνικά, θεατρικά ή ακόμη και κινηματογραφικά έργα όπως, ενδεικτικά, Το κουκλόσπιτο (Χένρικ Ίψεν), Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα (Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα), η Πτώση του Οίκου των Άσερ (Έντγκαρ Αλαν Πόε), Το Σπίτι των Πνευμάτων (Ιζαμπέλ Αλιέντε), Το Σπίτι της Σιωπής (Ορχάν Παμούκ).

Ένα σύμπλοκο εμπειριών, αλληγοριών, συναισθημάτων, κοινωνικών εξελίξεων και προσωπικών αναζητήσεων, ρόλων και επιλογών, η έννοια του σπιτιού στέκεται βαθιά ριζωμένη στο βαθύτερο, σχεδόν μεταφυσικό είναι μας, μετουσιώνουν με τη χρήση στέρεων, δομικών υλικών φευγαλέες σκέψεις, στιγμιαίες αποφάσεις, ξεχασμένα συναισθήματα, την αόριστη και ανερμήνευτη απορία για το πού ακριβώς ανήκουμε, τι άραγε πραγματικά επιθυμούμε, ποιοι είναι οι φόβοι και οι αγωνίες που δεν τολμούμε να ξεστομίσουμε, ποια είναι η πορεία που αμφιταλαντευόμαστε αν θα πρέπει να ακολουθήσουμε. Η αρχετυπική δύναμη του σπιτιού εκτείνεται ως τα πέρατα της γης, ερμηνεύεται συγκεκριμένα αλλά ταυτόχρονα και αφηρημένα καθώς από όλους τους πολιτισμούς θεωρείται κεντρικό και αναπόσπαστο μοτίβο της ανθρώπινης παρουσίας, το πρώτο «σύμπαν» στη μνήμη κάθε παιδιού και για το λόγο αυτό, αστείρευτη πηγή αφηγηματικών πράξεων.

Στη συλλογή διηγημάτων της Επτά άδεια σπίτια η πολυβραβευμένη και άξια νοτιοαμερικανή συγγραφέας Samanta Schweblin (Buenos Aires, 1978) αποφασίζει να ασχοληθεί με τη σκοτεινή, σχεδόν απειλητική όψη της καθημερινότητας, με το παράδοξο, την αναντιστοιχία, το επώδυνο, σχεδιάζοντας από μέσα προς τα έξω, προτείνοντας στον αναγνώστη της καθημερινές ιστορίες που ισορροπούν στην κόψη ενός σπασμένου γυαλιού, στέκονται ανοιχτές σε κάθε ερμηνεία, τσουχτερές στην αφή, ιστορίες που μιλούν για την απώλεια αγαπημένων προσώπων, τη συναισθηματική βία, την ασθένεια, το αίσθημα του αποκλεισμού, το αναπόφευκτο και το τραγικό. Υιοθετώντας μία γραφή υψηλού ρίσκου και απρόσμενης λογοτεχνικής γοητείας στήνει το έργο της κοιτώντας μέσα από κλειδαρότρυπες, ανοίγοντας σεντούκια, ανακαλύπτοντας κρυμμένους σκελετούς σε παλιές ντουλάπες, παρασύρεται, οικειοθελώς, από τη βαθύτερη επιθυμία της να κάνει ορατή κάθε γρατζουνιά, κάθε πληγή, κάθε δάκρυ.

Οι επτά ιστορίες κινούνται σε έναν απροσδιόριστο χώρο μεταξύ ξαφνιάσματος και αποχαύνωσης, κάποιες μοιάζουν με εφιάλτες που ξεφεύγουν και γίνονται πραγματικότητα, ακολουθώντας την παράδοση των ιστοριών τρόμου που παραμένουν γοητευτικές μέσα σε ένα περιβάλλον παράδοξα ρεαλιστικό, ιστορίες όπου το φαντασιακό και το πραγματικό εναλάσσονται, εμβολίζοντας τον αναγνώστη και προκαλώντας του ένα κλιμακούμενο συναίσθημα άβολης στιγμής, ένα τσίμπημα, μία νύξη πως κάτι τρομακτικό πλανάται στον αέρα, μία αποστροφή, μία βδελυγμία……

 

Samanta Schweblin

 

«Χαθήκαμε» λέει η ηρωίδα στο πρώτο διήγημα «Τίποτε από όλα αυτά» δίνοντας τον τόνο που χαρακτηρίζει όλη τη συλλογή: ήρωες χωρίς προσανατολισμό, χαμένοι σε διαδρομές που δεν καταλήγουν πουθενά, ήρωες που δεν γνωρίζουν προς ποια κατεύθυνση πρέπει να στραφούν ή τι είναι αυτό που τους κινητοποιεί. Σε αυτό το διήγημα μία μητέρα, συνεπικουρούμενη από την κόρη της, εισβάλλει με θράσος και αναίδεια σε ξένα σπίτια, αποθησαυρίζει μικρά αντικείμενα και ελπίζει κάθε φορά να επιβεβαιωθεί η βαθύτερη πίστη της ότι οι πλούσιοι δεν ξέρουν να ζουν. Στο δεύτερο διήγημα «Οι γονείς μου και τα παιδιά μου» ένας χωρισμένος άνδρας επισκέπτεται με τους ηλικιωμένους γονείς του την πρώην γυναίκα του στο σπίτι διακοπών της που μοιράζεται με το νέο της φίλο. Οι ηλικιωμένοι γονείς κάνουν κάτι σχεδόν ντροπιαστικό, τα παιδιά χάνονται από τα μάτια των γονιών τους και καλείται η αστυνομία.  Σε όλα τα διηγήματα δηλώνεται η περιρέουσα έννοια της τάξης και του «καθώς πρέπει» με τη μορφή κάποιου είδους αρχής, αστυνομία, γείτονας, περιπολικό, η οποία παραβιάζεται από τη στρεβλή συμπεριφορά των ανερμήνευτων ηρώων.

Στο διήγημα «Συμβαίνει πάντα σ’αυτό το σπίτι» μαί γυναίκα βιώνει τον επαναλαμβανόμενο εφιάλτη συλλογής των ρούχων του νεκρού γιού των γειτόνων της που πετιούνται στην αυλή της, στο «Σαράντα τετραγωνικά εκατοστά» μία πεθερά αφηγείται στη νύψη της μία σχεδόν ξεχασμένη ιστορία ενώ η νύφη φαίνεται έτοιμη να επαναλάβει την ιστορία αυτή και στο διήγημα «Έξοδος» μία γυναίκα με μπουρνούζι και πετσέτα στα βρεγμένα της μαλλιά μπαίνει στο αυτοκίνητο ενός αγνώστου….

Στο διήγημα «Ένας άτυχος άνδρας» ένα οκτάχρονο κοριτσάκι, ακριβώς την ημέρα των γενεθλίων της, βρίσκεται σε ευάλωτη θέση στο νοσοκομείο καθώς η μικρή της αδελφή δηλητηριάζεται και εκείνη μένει μόνη σε μία αίθουσα αναμονής.  Κάποιος την πλησιάζει με ξεκάθαρο ανήθικο σκοπό, της φέρεται φιλικά, συνωμοτικά σχεδόν, της προσφέρει παγωτό, την οδηγεί εκτός νοσοκομείου και της αγοράζει ένα μαύρο εσώρουχο με καρδούλες. Διάχυτη η νοσηρότητα, παρόλα αυτά η συγγραφέας δεν ζητά επεξηγήσεις ούτε κατακρίνει αλλά αφήνει ανοιχτή σε κάθε ερμηνεία αυτή την ιστορία κοινής αποπλάνισης….

Αφήνω για το τέλος το διήγημα «Η σπηλαιώδης αναπνοή», ίσως το καλύτερο της συλλογής, όπου μία ηλικιωμένη γυναίκα με προφανή σημάδια Αλτσχάιμερ, η Λόλα, προσμένει το θάνατό της φτιάχνοντας λίστες, πακετάροντας τα υπάρχοντά της σε κουτιά, εφευρίσκοντας τρόπους να κάνει το σύζυγό της να αιστανθεί ένοχος απέναντί της, θεωρώντας πως όλα τα νεαρά γειτονόπουλα είναι είτε ναρκομανείς είτε, το λιγότερο, παραβατικοί. Εμμονική και ελεγκτική, θα δει τέλος πως η ζωή της δεν είναι τίποτε άλλο από μία ατέρμονη επανάληψη απωλειών, θλίψεων, ελλείψεων και αναμνήσεων που καταλήγουν ξέφτια…..Χρήση, για πρώτη φορά στο διήγημα αυτό, τριτοπρόσωπης αφήγησης, σε ένα αφήγημα ποικίλων προσεγγίσεων καθώς η σταδιακή αποκάλυψη διάφορων πληροφοριών αποθέτουν στον αναγνώστη ένα συναισθηματικό βάρος από το ξάφνιασμα των αποκαλύψεων.

Η σημειολογία των μικρών αντικειμένων είναι ένα ακόμη εργαλείο έξοχης συγγραφικής  ικανότητας : μία ζαχαριέρα, ένα κλειδί, ένα εσώρουχο, ένα δαχτυλίδι γάμου, ένα κρυμμένο κουτί κακάο, ρούχα, πετσέτες, όλα λαμβάνουν θέση πρωταγωνιστική καθώς μέσα στη γενικότερη εκποίηση και την πλήρη απογύμνωση τούτα και μόνο είτε με την καθημερινή τους χρήση είτε χάρη στις μνήμες που κουβαλούν μετατρέπονται σε αποθετήρα ισχυρής συναισθηματικής φόρτισης. Γυναίκες κάθε ηλικίας και ρόλου είναι ως επί το πλείστον οι βασικότερες ηρωίδες της συλλογής διηγημάτων, δημιουργώντας ένα έργο βαθιά αλληγορικό, φεμινιστικό ως το κόκκαλο, πατώντας στέρεα στις νοτιοαμερικάνικες λογοτεχνικές καταβολές της συγγραφέως. Επιλέγοντας μία παράδοξη ματιά η Samanta Schweblin μιλά για τη μητρότητα, το γάμο, το πέρασμα του χρόνου, τη μοναξιά, την αρρώστια, τον έρωτα, την ενηλικίωση. Στον αντίποδα ενός λογοτεχνήματος φιλικού προς το χρήστη, παραδίδει ένα έργο συγκλονιστικό αν και αλλόκοτο, ελκυστικό αν και απεχθές, ισορροπημένο αν και ανορθόδοξο.

Τα σπίτια είναι κενά, κενοί και όσοι μένουν σε αυτά, καρδιές απογυμνωμένες, σκέψεις αποπροσανατολισμένες, πράξεις ανομολόγητες, μία φυγή από το αναμενόμενο, το λογικό, το οικείο καθώς, τελικά, ένας φόβος μας κυκλώνει καθώς αντιμετωπίζουμε τα τετριμμένα, τα καθημερινά. Ποιος είπε ότι όλα βαίνουν πάντα καλώς, ότι πίσω από το σκοτάδι κρύβεται το φως, ότι η μοναξιά και η απώλεια και οι πληγές που όλοι κουβαλάμε είναι εύκολα ιάσιμα; H ανθρώπινη φύση κρύβει σκοτάδι, αμοραλισμό, ιδιαιτερότητες και παραξενιές που παρά τις φιλότιμες προσπάθειές μας να τα κατευνάσουμε, έρχονται ορμητικά και ξεχύνονται από μέσα μας, ερήμην μας συχνά, με τρόπο άμεσο και απρόσμενο αποκαλύπτοντας τη διπλή μας φύση, αναγνωρίζοντας ότι το καλό και το κακό συνυπάρχουν. Μία λεπτή γραμμή που κάποιοι διαβαίνουν, ένα όριο που ορισμένοι δρασκελίζουν, μία νόρμα που εύκολα διαγράφεται. Εμείς επιλέγουμε ποιο δρόμο θα ακολουθήσουμε. Ή μήπως πάλι όχι;

 

Ιούλιος 2022

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top